Συνδρομή

horiatika.press@gmail.com

Μικρό Σούλι: το παλιό Σέμαλτο με το Βυζαντινό αποτύπωμα 

Μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του χωρίου!

Το Μικρό Σούλι είναι ένα από τα πιο παλιά χωριά του Παγγαίου. Υπαγόταν στον οικισμό της αρχαίας Αμφίπολης και ονομαζόταν Σέμαλτο. Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις για το όνομα. Η λέξη Σέμαλτος λέγεται ότι προήλθε από τη λατινική λέξη “σεμ” που σημαίνει “ημι” και “άλτο” που σημαίνει λόφος και η ερμηνεία της είναι “ημίψηλος λόφος”. Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι πήρε το όνομα αυτό από το Σεμάλτιο Όρος, όπως αναφέρεται σε βυζαντινές πηγές το Παγγαίο Όρος. Αργότερα (1924) ονομάστηκε Μικρό Σούλι από τη μορφολογική του ομοιότητα με το ιστορικό Σούλι της Ηπείρου.

Στην περιοχή μαρτυρούνται ίχνη αρχαίου οικισμού, ο οποίος βρισκόταν πάνω στην Εγνατία οδό. Επίσης διαπιστώθηκε η ύπαρξη προϊστορικού οικισμού της ύστερης νεολιθικής και πρώιμης εποχής του Χαλκού. Αυτό σημαίνει ότι η περιοχή κατοικήθηκε συνεχώς από τα προϊστορικά ως τα βυζαντινά χρόνια, όπως μαρτυρούν και τα ερείπια παλαιοχριστιανικών βασιλικών. Αναφορές για το χωριό υπάρχουν σε έγγραφα της βυζαντινής περιόδου που βρέθηκαν στο Άγιον Όρος (στο οποίο ανήκε). 

Κατά το έτος 1863 σμήνη ακρίδας κατέστρεψαν την παραγωγή του Μ. Σουλίου και των γύρω χωριών και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να ζητιανέψουν για να ζήσουν. Το 1865 οι κάτοικοι της περιοχής Παγγαίου και Ν. Ζίχνης  δοκιμάστηκαν από επιδημία χολέρας. Οι κάτοικοι του Σέμαλτου και της Νικήσιανης σώθηκαν γιατί ανέβηκαν εγκαίρως στο Παγγαίο. Τη Μ. Παρασκευή του 1893, στην αρχή του Μακεδονικού Αγώνα, πλήθος πιστών ποδοπατήθηκαν προσπαθώντας να φύγουν από την εκκλησία όταν κάποιος ψιθύρισε: “Οι κομητατζήδες έρχονται”! Η ανάμειξη του χωριού στο Μακεδονικό Αγώνα και οι αποστολές που του ανέθεσε η κεντρική επιτροπή του είχαν δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος, λόγω του αμιγούς ελληνικού πληθυσμού, ήταν η αποθήκευση όπλων και πυρομαχικών για τις ανάγκες του αγώνα. Το δεύτερο ήταν η συμμετοχή ενόπλων του χωριού  στις καταδρομικές επιχειρήσεις.

Ενώ η ανατολική Μακεδονία απελευθερώθηκε από τους Τούρκους και Βούλγαρους το καλοκαίρι του 1913,  η περιοχή του Παγγαίου απελευθερώθηκε στις 24 Οκτωβρίου 1912 από τους άντρες του Καπετάν Τσάρα. Το Μάιο του 1913 η περιοχή καταλήφθηκε από τους Βούλγαρους και οι κάτοικοι έφυγαν για τη Βουρβουρού Χαλκιδικής. Εκεί τους βρήκε η επιδημία χολέρας με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους πάνω από 110 άτομα και να αναγκαστούν να γυρίσουν πίσω. Μόλις επέστρεψαν στην πατρίδα τους κηρύχθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και το χωριό υπέφερε πάλι από τους Βούλγαρους κατακτητές, οι οποίοι κατέστρεψαν ολοσχερώς τα σπίτια κι έστειλαν τους νέους ομήρους στη Βουλγαρία. Πολλοί από αυτούς δεν άντεξαν τα βασανιστήρια και τις κακουχίες και πέθαναν εκεί. Από την καταστροφή σώθηκε μόνο η εκκλησία, η οποία είχε χτιστεί το 1835. Όταν όμως άρχισαν οι μάχες, μια βόμβα από ένα αγγλικό πλοίο έπεσε και κατέστρεψε την εκκλησία πλην του ιερού. Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με αγγαρείες των κατοίκων της περιοχής, οι αρχές κατοχής κατασκεύασαν τον δρόμο που οδηγεί στο κανόνι και στην συνέχεια το φρούριο προκειμένου να ελέγχουν τον Στρυμονικό Κόλπο.

Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψαν οι επιζήσαντες χωριανοί και στεγάστηκαν σε παράγκες μέχρι το 1918. Άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία, προέκυψε, όμως, πρόβλημα αποθήκευσης των αγροτικών προϊόντων τους. Έτσι το κράτος έχτισε δύο αποθήκες, οι οποίες μεταγενέστερα έγιναν η μία κοινοτικό κατάστημα και η άλλη Δημοτικό Σχολείο. Το 1923 οι αρχές του χωριού πήγαν στη Βουρβουρού, όπου έκαναν εκταφή των νεκρών που είχαν πεθάνει από τη χολέρα και έφεραν τα οστά τους πίσω στη γενέτειρά τους. Το 1931 η κυβέρνηση βοήθησε οικονομικά τους κατοίκους του χωριού για να χτίσουν σπίτια. Τα χρόνια που ακολούθησαν, το Μικρό Σούλι, παρόλο που κατά βάση ήταν ένα αγροτικό χωριό, ανέπτυξε σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα.

Στις μέρες μας, όπως όλα τα χωριά του Παγγαίου, ακολουθεί μια φθίνουσα πορεία με συνεχή μείωση του πληθυσμού του αλλά εξακολουθεί να διατηρείται ζωντανό μέσα από τις προσπάθειες των μόνιμων κατοίκων και του Πολιτιστικού και Ορειβατικού Συλλόγου του χωριού

*Με πληροφορίες από το βιβλίο του Ι.Στράτη ΡΟΔΟΛΙΒΟΣ και την ιστοσελίδα του Δήμου Αμφίπολης.